Με την υπογραφή του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών το
1945, τα πιο ισχυρά κυρίαρχα έθνη-κράτη του κόσμου δημιούργησαν, για πρώτη φορά,
έναν αυτόνομο οργανισμό, με σκοπό «να σώσουν τις ερχόμενες γενιές από τη μάστιγα
του πολέμου [και] να διακηρύξουν και πάλι την πίστη τους στα θεμελιώδη ανθρώπινα
δικαιώματα». Εξήντα χρόνια αργότερα, ο ΟΗΕ συνεχίζει να ακολουθεί με πείσμα αυτή
την εντολή.
Στο βιβλίο Το Κοινοβούλιο του Ανθρώπου, ο Πολ Κένεντι εξηγεί τις ρίζες
και τις λειτουργίες του ΟΗΕ, ενώ παράλληλα ρίχνει μια αντικειμενική ματιά στην
προηγούμενη αποτελεσματικότητά του και αποτιμά κατά πόσο θα ανταποκριθεί στις
προκλήσεις του σημερινού και του αυριανού κόσμου. Ο Κένεντι αναδεικνύει το
ουσιώδες από τον «κυκεώνα» των πολλών επιτροπών και οργάνων του ΟΗΕ και δείχνει
με ποιο τρόπο τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας –οι Ηνωμένες
Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ρωσία, η Κίνα και η Γαλλία– ξεπέρασαν μερικές
φορές τον πολιτικό ανταγωνισμό, για να προσφέρουν βοήθεια κατά τη διάρκεια
παγκόσμιων ανθρωπιστικών κρίσεων, αλλά και με ποιο τρόπο η έλλειψη συνεργασίας
μεταξύ τους υπονόμευσε πρωτοβουλίες για τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το
φαινόμενο του θερμοκηπίου, για παράδειγμα, ή για τον αντίκτυπο της
παγκοσμιοποίησης στα αναπτυσσόμενα έθνη.
Ο Κένεντι περιγράφει τον ΟΗΕ ως ελαττωματικό, συχνά εξαρτώμενο από τις
ιδιοτροπίες ισχυρών εθνικών κυβερνήσεων ή τις αδυναμίες μεμονωμένων
αξιωματούχων, αλλά, σε τελική ανάλυση, απαραίτητο. Μπορεί ο κόσμος να κυβερνηθεί
με συμφωνίες και όχι με διαμάχες μεταξύ εθνών; Το βαθιά ώριμο βιβλίο του Κένεντι
μας επιτρέπει να σκεφτούμε εκ νέου για μερικά από τα μεγάλα διεθνή ζητήματα της
εποχής μας.
«Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, σημειώθηκε μία μοναδική εξέλιξη
στην ιστορία της ανθρωπότητας. Κράτη τα οποία είχαν αυτοπροσδιοριστεί, από τον
Θουκυδίδη ως τον Μπίσμαρκ, με βάση τις διεκδικήσεις τους για κυρίαρχη
ανεξαρτησία, σταδιακά προσέγγισαν το ένα το άλλο ώστε να δημιουργήσουν διεθνείς
οργανισμούς για να προάγουν την ειρήνη, να χαλιναγωγήσουν την επιθετικότητα, να
ρυθμίσουν τις διπλωματικές υποθέσεις, να σχεδιάσουν ένα διεθνή νομικό κώδικα, να
ενθαρρύνουν την κοινωνική ανάπτυξη και να καλλιεργήσουν την ευημερία. Η εμφάνιση
όλων αυτών δεν ήταν ομαλή. Εμπεριείχε πολλές παλινδρομήσεις και προκάλεσε πολλές
αντιδράσεις από εκείνους που ένιωθαν πως η δύναμή τους και τα προνόμιά τους
απειλούνταν από μια τέτοια τάση. Απέναντι σε κάθε φωνή που υποστήριζε την
παγκόσμια συνεργασία υψωνόταν και μία άλλη, η οποία προειδοποιούσε ενάντια στη
διάβρωση της εθνικής κυριαρχίας. Ο διάλογος είναι το ίδιο φορτισμένος σήμερα…»