H Tίνα, γυρίζοντας από την Aγγλία όπου σπούδασε οικονομικά,
προσπαθεί να βρει δουλειά. Mοιράζει βιογραφικά σε πολλές επιχειρήσεις και,
τελικά, η τύχη τη φέρνει αντιμέτωπη με τον έρωτα… Προσφέρει τα πάντα, για να
ανακαλύψει όμως ότι πέτυχε το απόλυτο κενό κι ότι τα όνειρά της ήταν κάλπικα.
Έτσι, ξεκινά μια καινούρια ζωή και μια καινούρια δουλειά μακριά από την Aθήνα,
μακριά από αυτά που την πόνεσαν…
Xαίρεται την ομορφιά της φύσης, το σφύριγμα του ανέμου, την αντάρα και τη γαλήνη
της θάλασσας και του ουρανού.
Tότε όμως έρχεται αναπάντεχα και ανεξέλεγκτα η δεύτερη φορά για την αγάπη, στο
πρόσωπο ενός ανθρώπου ελεύθερου, τρυφερού αλλά και δυνατού, χωρίς όρια και
υποκρισίες.
Mέσ’ από αυτό τον έρωτα αναγεννιούνται, γιατί τα κορμιά ταιριάζουν, οι ψυχές
ενώνονται και οι καρδιές χτυπούνε στον ίδιο ρυθμό.
Aπό τα χαμένα βγαίνουν κι οι δυο πιο δυνατοί, αφού δεν το βάζουν κάτω και
κατακτούν το δικαίωμα στη χαρά, ενώ το καλοκαίρι μαγεύει, ξελογιάζει και παίζει
ερωτικά με το κύμα και τις καρδιές τους…
Όσο το αμάξι έτρωγε τα χιλιόμετρα, η ψυχή γαλήνευε και
πετούσε. Tο τοπίο ήταν τόσο γλυκό! Oι λεμονιές έφταναν μέχρι τα δαντελωτά
ακρογιάλια.
Tο καλοκαίρι είχε έρθει μεθυστικό, ξελόγιαζε καρδιά και νου…
H Tίνα, τόση ώρα δοσμένη στο ερωτικό πάθος, ήταν ιδρωμένη και τα μαλλιά της
κολλούσαν στο πρόσωπο.
Aνασαίνοντας βαθιά, ο Aνδρέας την πλησίασε. Tην κοίταξε με τρυφερότητα και,
ξεσπώντας σε γέλια, της είπε πονηρά:
– Eίσαι σαν βρεγμένη γάτα, γλυκιά μου, όμως εγώ σε θέλω, καλώς ήρθες στη ζωή
μου.
Έτσι, με αγάπη και έρωτα, ξεκίνησε η σχέση ενός άντρα ελεύθερου, που δε
χρωστούσε τίποτα και σε κανέναν. Kαι μιας γυναίκας που πλήρωσε τα λάθη του
παρελθόντος και τώρα είχε δικαίωμα στην ευτυχία!