Ιράν, δεκαετία του 1960. Στην πόλη Αμπαντάν, κοντά στον
Περσικό Κόλπο, σ’ ένα σχετικά φιλελεύθερο καθεστώς, ζει η Κλαρίς με την
οικογένειά της. Μέρες ήρεμες, που μοιάζουν να διαδέχονται αδιατάρακτα η μια την
άλλη, λες κι όλος ο κόσμος ακολουθεί τους ρυθμούς του ήλιου καθώς πορεύεται από
την ανατολή στη δύση. Όλα μοιάζουν ήρεμα και σταθερά. Πίσω από αυτή την ηρεμία
όμως η αλλαγή καραδοκεί…
Στη ζωή της Κλαρίς αυτή η αλλαγή θα έρθει στο πρόσωπο του νέου γείτονα, που η
παρουσία του θα ταράξει τη μονότονα επαναλαμβανόμενη καθημερινότητά της και θα
την οδηγήσει σε μια κριτική ματιά απέναντι στη ζωή και τον περίγυρό της, με
φόντο μια χώρα που στον ουρανό της τα σύννεφα της ρήξης αρχίζουν σιγά σιγά να
μαζεύονται.
Ένα τρυφερό μυθιστόρημα που κάθε σελίδα του πάλλεται από τη δύναμη της ζωής.
«Φύσηξε µια απαλή αύρα… Κούνησα το πόδι και η κούνια
ταλαντεύτηκε και πάλι. Σκεφτόµουν τι ρούχα να έπαιρνα µαζί µου για το ταξίδι
στην Τεχεράνη… όταν µια πεταλούδα πέταξε µπροστά από το πρόσωπό µου… Προτού
προλάβω να σκεφτώ “Τι όµορφη πεταλουδίτσα”, είδα και µια δεύτερη και µια τρίτη
και… εφτά οχτώ πεταλούδες µαζί φτερούγισαν µακριά και κάθισαν πάνω σε µια
τριανταφυλλιά. Εκείνος µου είχε πει: “Και οι πεταλούδες είναι αποδηµητικές”.
Κοίταξα ψηλά στον ουρανό. Ήταν σκούρος γαλανός. Χωρίς το παραµικρό συννεφάκι».