Η άνοδος στο θρόνο του Βασίλειου του Μακεδόνα. Η συγκλονιστική ιστορία ενός αμόρφωτου χωρικού από την Αδριανούπολη, του Βασίλειου, ο οποίος χάρη στην εύνοια της τύχης κατόρθωσε να ανέβει στο ψηλότερο σκαλοπάτι της ιεραρχίας, στο θρόνο του Βυζαντίου. Ωστόσο, δεν ήταν μόνο η τύχη που τον εκτίναξε τόσο ψηλά, αλλά και οι ικανότητές του, η χαλύβδινη θέληση, το πείσμα, η αρχομανία, οι άμετρες φιλοδοξίες του. Μέσα από μια αιματηρή και σκοτεινή πορεία, σημαδεμένη από ατέλειωτες συνωμοσίες, στυγερές δολοφονίες και αχαλίνωτους έρωτες, μίση και πάθη, δουλεύοντας μεθοδικά και έξυπνα, πετυχαίνει έναν έναν τους στόχους του και δεν αργεί να φτάσει στην κορυφή. Απέναντί του, ο μέθυσος αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ΄, ο ευεργέτης του, με τον οποίο αναπτύσσει μια παράξενη φιλία με μοιραία κατάληξη. Ανάμεσά τους, η ωραία και αδίστακτη Ευδοκία Ιγγερίνα, σύζυγος του Βασίλειου και ερωμένη του Μιχαήλ. Γύρω τους οι άλλοι ήρωες του δράματος, ψηφίδες που συνθέτουν ένα ζωντανό μωσαϊκό που διαρκώς μεταβάλλεται και σπαράσσεται από κάθε είδους ανθρώπινη αδυναμία. Η ιστορία, δοσμένη με ιδιαίτερα γλαφυρό ύφος και καταιγιστικό ρυθμό, καταγράφει απίθανα γεγονότα, ακραίες καταστάσεις, πράγματα που φωνάζουν στα μάτια μας εξωπραγματικά. Και όμως, σύμφωνα τουλάχιστον με τις ιστορικές πηγές, όλα αυτά φαίνεται ότι συνέβησαν…
“Ο ουρανός είναι ακόµα βαρύς, όµως κάποια στιγµή ξεχύνεται µέσα από τα σύννεφα, απότοµα σαν καταρράκτης, µια δέσµη ηλιαχτίδων. Εκείνο το απροσδόκητο φως το νιώθει σαν µια αποκάλυψη, σαν υπόσχεση από τον Θεό πως τα βάσανά του τελειώνουν, πως ό,τι κακό έχει σηµαδέψει τη ζωή του µέχρι τώρα χάνεται οριστικά. Τα σκοτάδια
που σκεπάζουν την καρδιά του αρχίζουν να διαλύονται, οι πόνοι που ξεσκίζουν το κορµί του να βουβαίνονται.
Η γη της επαγγελίας, το χωριό όπου γεννήθηκε, κάπου στα περίχωρα της Αδριανούπολης, δεν πρέπει να είναι µακριά…”