Στον περίγυρο μιας συνοικιακής εκκλησίας του Πειραιά,
στην αρχή της μετεμφυλιακής περιόδου, μια μικρή ομάδα αγοριών προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας, τα περισσότερα
με προσφυγικές οικογενειακές καταβολές, αναπτύσσουν,
κάτω από τη διακριτική καθοδήγηση του «ταπεινού» διάκου
της εκκλησίας, δεσμούς φιλίας και αλληλεξάρτησης.
Κάποια απ’ αυτά τα παιδιά παραμένουν κάτω απ’ τον εναγκαλισμό της εκκλησίας και εξελίσσονται μέσα σ’ αυτή. Τα υπόλοιπα, έχοντας ως αρχικό κίνητρο την επιβίωση με καλύτερους όρους
απ’ τους ταλαιπωρημένους απ’ τον πόλεμο και τον εμφύλιο γονείς τους, ακολουθούν «αποκλίνοντα», εναλλασσόμενα αλλά
και συχνά διασταυρούμενα επαγγέλματα.
Μέσα απ’ αυτή την εξοικείωση με την κοινωνία, τον κόσμο
των επιχειρήσεων και της πολιτικής δράσης, οι πρωταγωνιστές, στο πλαίσιο μιας συνεχούς μεταξύ τους δημιουργικής αμφισβήτησης, διαπιστώνουν ότι ενώ είναι σχετικά εύκολη
η διάκριση με τα συνηθισμένα, κενά ουσιαστικού περιεχόμενου, κοινωνικά κριτήρια, είναι σχεδόν αδύνατο για όσους, για λόγους αρχής, δεν αποδέχονται τον άνευ όρων συμβιβασμό με τους κανόνες του κατεστημένου να επηρεάσουν θετικά τις εξελίξεις, ακόμη και στο στενό κύκλο της δικής τους δραστηριοποίησης.
Έτσι ο μεν Χρήστος, παρά τις επιρροές της «προσεχτικά αναρχικής» Γερμανίδας συζύγου του, μετακινείται από τις ακραία επαναστατικές νεανικές του αντιλήψεις στον πλήρη συμβιβασμό με τα καπιταλιστικά πρότυπα, ενώ, από την άλλη, ο φίλος του
ο Σταύρος, αν και μεγαλωμένος σε αυστηρά πειθαρχημένο στρατιωτικό περιβάλλον, διολισθαίνει σε αντιλήψεις αμφισβήτησης και ανυπακοής προς τα κελεύσματα ενός συστήματος που πολύ λίγοι συνεχίζουν πια να εμπιστεύονται…
«Παράτησέ τα όλα. Ξεκόλλα από
τις επιδιώξεις της διάκρισης και
απ’ την αγκύλωση στις υποχρεώσεις. Το χρωστάς στον εαυτό σου. Πάψε
να αισθάνεσαι άσχημα επειδή δεν κατάφερες να γίνεις κάτι ξεχωριστό. Με τη συνταγή μέσα σ’ όλα κι από λίγο του πατέρα σου κανείς δεν κατάφερε μέχρι τώρα να το πετύχει. Ξεχωριστοί μπορούν να γίνουν μόνο όσοι έχουν ιδιάζουσες συμπεριφορές, αρνητικές
ή θετικές, ακόμη και ακραίες, έξω
απ’ το συνηθισμένο, μακριά απ’ το καθιερωμένο, πέρα απ’ το κοινωνικά αποδεκτό…»