Η πολυτάραχη ζωή της Μαρίας, που ορφανεύει μόλις γεννιέται, αρχίζει στην ελληνική Σμύρνη, έπειτα στους καταυλισμούς των προσφύγων στη σημερινή Κοκκινιά, αργότερα στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια και τέλος στην Ελλάδα.
Λίγο πριν τον ξεριζωμό ένα μυστικό θα τη φέρει αντιμέτωπη με ένα φοβερό δίλημμα: να το μοιραστεί για να μετριάσει το βάρος του ή να το κρατήσει σφαλιστό μες στην καρδιά της;
Μια ζωή θα ταλαντεύεται ανάμεσα στον έρωτα που τη σημάδεψε και στην παιδική της αγάπη, που η μοίρα θα κάνει σύζυγό της.
Μια ολόκληρη ζωή ανάμεσα στα «πρέπει» και στα «θέλω». Στην Αίγυπτο, όταν της χαμογελάει η μοίρα και η ζωή της δείχνει να ηρεμεί από τις φουρτούνες, ο γιος της θα κληθεί να πολεμήσει με τους Συμμάχους στη Βόρεια Αφρική.
Τα μάτια του όμως θα της θυμίζουν πάντα το μεγάλο έρωτα, που η τύχη θα τον ξαναφέρει κοντά της στην πιο δύσκολη στιγμή.
Διάσπαρτα τα σημαντικά ιστορικά στοιχεία πλαισιώνουν την ιστορία της Μαρίας και δημιουργούν το φόντο της εποχής εκείνης, ενώ συχνά ο χρόνος γυρίζει πίσω και γίνεται Ενεστώτας.
«Ονειρεύομαι να γυρίσω πίσω το χρόνο. Να αγναντέψω τον κόλπο σου. Να βγάλω τα ρούχα μου και να βουτήξω στα νερά του. Να κολυμπήσω μέχρι το βάθος του. Να αφήσω το βλέμμα μου, πλησιάζοντας, να σε χαϊδέψει απ’ άκρη σ’ άκρη. Να αντικρίσω τη ράχη σου ακουμπισμένη στους δύο λόφους, όπως παλιά.
Να δω ξανά τις καφετιές στέγες των σπιτιών σου να χύνονται από εκεί ψηλά μέχρι το μπλε της θάλασσας. Να ανακατεύονται τα βαθυπράσινα λυγερόκορμα κυπαρίσσια με τους μυτερούς μιναρέδες. Να χάσω, όπως και τότε, το λογισμό μου από την αλλόκοτη ομορφιά σου, τόσο που να μην ξέρω πού τελειώνει η Δύση και πού αρχίζει η Ανατολή.
Να ξεκινήσω μια μεγάλη βόλτα από την τουρκική συνοικία, να περπατήσω στα σοκάκια σου, να περάσω από τη φημισμένη Γέφυρα των Καραβανιών, απ’ όπου ξεκινούσαν το ταξίδι οι καμήλες για τα βάθη της Ασίας, και ακολουθώντας τον ποταμό Μέλητα, που διασχίζει την πεδιάδα ελικοειδώς, να φτάσω έως τον όρμο του Μπουρνόβα. Να είναι χάραμα και να είναι η φύση τόσο γλυκιά, όπως εκείνη τη μέρα που σε πρωταντίκρισα».