Μια ζεστή μέρα στο Φόρουμ ο Μάρκος Δίδιος Φάλκος, ιδιωτικός πληροφοριοδότης, συναντά τη γλυκιά δεκαεξάχρονη Σοσία Καμιλλίνα, καθώς εκείνη τρέχει για να γλιτώσει από κάποιον ή κάτι. Η διάσωσή της θα σημάνει την αρχή ενός επικίνδυνου παιχνιδιού που περιλαμβάνει κλεμμένες ράβδους ασημιού από το Δημόσιο Ταμείο και μια σκοτεινή πολιτική συνωμοσία.
Μυστηριώδεις υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι προσλαμβάνουν τον Φάλκο για μια δουλειά που δεν επιθυμεί, κι έτσι αυτός, μετά από μακρά πορεία, βρίσκεται στη μακρινή Βρετανία, όπου υφίσταται κακουχίες και βάσανα δουλεύοντας υπό απάνθρωπες συνθήκες στα μολυβδωρυχεία.
Τον Φάλκο δεν μπορεί να βοηθήσει ούτε η μητέρα του όταν αυτός συναντά την Έλενα Ιουστίνα, κόρη ενός συγκλητικού που σχετίζεται με τους προδότες, τους οποίους ο Φάλκος έχει ορκιστεί να αποκαλύψει. Αυτή προέρχεται από ανώτερη κοινωνική τάξη και ο Φάλκο δεν της ταιριάζει, όμως η πρόκληση είναι ακαταμάχητη…
«Η κόρη του συγκλητικού με κοίταξε με βλέμμα που φανέρωνε ότι γνώριζε τι είχα στο μυαλό μου. Κι αν ακόμα η σκέψη δεν υπήρχε πριν, γεννήθηκε τώρα. Ήταν από εκείνα τα βλέμματα που έκαναν τα λόγια να περιττεύουν. Την είχα πλησιάσει αρκετά ώστε να απλώσω το χέρι μου και να το τυλίξω γύρω από τη μέση της. Έπειτα τη σήκωσα, την έσφιξα πάνω μου κι άφησα τον εαυτό μου να θυμηθεί πώς ήταν να την κρατάω αγκαλιά. Ήμασταν και οι δύο επιφυλακτικοί, αλλά έμοιαζε να συνεργάζεται, έτσι την πήρα στα χέρια μου. Η Έλενα Ιουστίνα ήταν λίγο πιο ελαφριά από μια ασημένια ράβδο: όχι τόσο βαριά που να μην μπορείς να την καταφέρεις, αν και δύσκολα μπορούσες να την κλέψεις. Ένας άντρας μπορούσε να την κουβαλήσει ως το κατώφλι του χωρίς να χάσει το ηλίθιο χαμόγελό του. Το ξέρω γιατί το ίδιο συνέβη και μ’ εμένα».