Είναι ένα ταξίδι, είναι μια παραίσθηση, είναι οι ρίζες που ξαναβρέθηκαν και διαλύθηκαν στη
στιγμή. Είναι τα τζαμιά στη θέση των εργοστασίων και οι χοροί στη θέση των μιναρέδων. Με
λίγα λόγια, είναι η Κωνσταντινούπολη, η Ισταμπούλ, ο Βόσπορος, ή, μάλλον, η απίθανη
πρωτεύουσα των αραβουργημάτων και του Βυζαντίου.
«Φεύγω! Ξαναφεύγω! Με τη χαρά εκείνου που φτάνει… Μου μένουν λίγες εικόνες, δε θέλω να
καταλήξω να τις χάσω. Η Ισταμπούλ είναι πολύ δυνατή για να σβήσει επιτόπου τις ιδέες που
σχημάτισες γι’ αυτή… Επιστρέφω με τη βαλίτσα μου γεμάτη εικόνες, αλλά οι τελωνειακοί δε
θα τις ανακαλύψουν. Είναι εικόνες αθέατες, άπιαστες – πνευματικές εικόνες. Τα σκέφτομαι
όλα αυτά μέσα στο τελευταίο ταξί που με πάει στο αεροδρόμιο του Γεσιλκόι, ‘Αγιος Στέφανος
άλλοτε… Εκεί γεννήθηκε η γιαγιά μου… Παρασκευή Καραβασίλη-Σαράφογλου, η μικρή αθάνατη
Ελληνοπούλα που κατάφερε να πεθάνει πάνω που τελείωνα αυτό το βιβλίο. Θα πετάξω από κει
που γεννήθηκε, εδώ κι έναν αιώνα σχεδόν!…»