Ένα ακόμα αστυνομικό μυθιστόρημα από το συγγραφέα των μεγάλων επιτυχιών, γεμάτο ανατροπές, που καθηλώνει τον αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα.
Ο Γιούσι Άντλερ-Όλσεν, συγγραφέας των ευπώλητων Ο Φύλακας των Χαμένων Υποθέσεων και Βεβήλωση, επιστρέφει με μία ακόμα συγκλονιστική, ξεχασμένη υπόθεση.
Ο επιθεωρητής του τμήματος ανεξιχνίαστων υποθέσεων Καρλ Μερκ κρατάει στα χέρια του ένα μπουκάλι που περιέχει ένα παλιό και αλλοιωμένο μήνυμα γραμμένο με αίμα.
Πρόκειται για κραυγή βοήθειας από δύο νεαρά αδέρφια, τα οποία κρατούνται δεμένα σε ένα λεμβοστάσιο δίπλα στη θάλασσα. Ποια είναι αυτά τα αγόρια και γιατί δεν κατήγγειλε κανείς την εξαφάνισή τους;
Υπάρχει περίπτωση να παραμένουν ζωντανά;
Οι έρευνες του Καρλ θα τον οδηγήσουν στα ίχνη μιας γυναίκας εγκλωβισμένης σε έναν αδιέξοδο γάμο: ο σύζυγός της αρνείται να της πει πού πηγαίνει, για ποιο λόγο φεύγει, πόσο καιρό θα λείψει. Μέρες ατέλειωτες, εκείνη περιμένει, κι όταν αυτός επιστρέφει, είναι υποχρεωμένη να υπομείνει τις απαιτήσεις του, τις μεταπτώσεις του, τις απειλές του. Όμως, κάποια στιγμή, οι αντοχές της εξαντλούνται. Αποφασίζει να ανακαλύψει την αλήθεια, χωρίς να την απασχολεί το ενδεχόμενο κόστος για το σύζυγό της… ή ακόμα και για την ίδια.
«Άφησε το αίµα να στάξει πάνω στο λουστρινένιο παπούτσι του για ένα λεπτό, µπορεί και δύο. Ύστερα έσκισε ένα µεγάλο κοµµάτι χαρτί από τα στρωσίδια του, βούτηξε την ακίδα στο αίµα του… Όσο καλύτερα µπορούσε, µε µικρούτσικα γράµµατα, αποτύπωσε σε λέξεις όσα τους συνέβαιναν. Όταν τελείωσε, υπέγραψε το σηµείωµα µε το όνοµά του, τύλιξε το χαρτί και το έχωσε µέσα στο µπουκάλι. Τότε η πόρτα άνοιξε και µια βαριά σκιά εισέβαλε στο χώρο µέσα σε ένα σύννεφο πάλλευκου χιονιού. Σιωπή. Κι ύστερα, ο παφλασµός. Το µπουκάλι αφέθηκε ελεύθερο».