Όταν η Νίκι Μπραντ, μια νεαρή όμορφη καθηγήτρια, βρίσκεται
μαχαιρωμένη στο κρεβάτι της, η επίλεκτη ομάδα ντετέκτιβ του Τμήματος
Ληστειών-Ανθρωποκτονιών της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης του Λος Άντζελες
σπεύδει να ερευνήσει την υπόθεση. Το καλύτερο δυνατό σενάριο για την επικεφαλής
ντετέκτιβ Λίνα Γκαμπλ συνοψίζεται ως εξής: Τη σκότωσε ο άντρας της, η υπόθεση
κλείνει και η ομάδα αναλαμβάνει την επόμενη αποστολή της. Όμως τα καλά σενάρια
περιορίζονται στο Χόλιγουντ. Ο φόνος της Νίκι Μπραντ αποδεικνύεται ότι είναι
μέρος μιας σειράς φριχτών εγκλημάτων, με δράστη έναν κατά συρροήν δολοφόνο, που
ο Τύπος αποκαλεί «Ρωμαίο». Η Λίνα Γκαμπλ, παράλληλα, έχει να παλέψει με τη θλίψη
της για την ανεξιχνίαστη ακόμα δολοφονία του αδερφού της, ταλαντούχου μουσικού
της ροκ.
Καθώς η έρευνα εξελίσσεται ―την ίδια στιγμή που μια μεγάλη πυρκαγιά τυλίγει στις
φλόγες τα περίχωρα της Πόλης των Αγγέλων―, η αστυνομία έρχεται αντιμέτωπη με μια
πραγματικότητα που ποτέ δε διαψεύδεται: Στο Λος Άντζελες, όσο μεγαλύτερο είναι
το θέαμα, τόσο μεγαλύτερη είναι η φρίκη…
«Ο Νόβακ κάθισε δίπλα της αµίλητος. Η Λίνα συνέχισε να
κοιτάζει ίσια µπροστά, κι αυτό που αντίκριζε της θύµιζε άθλια παραγκούπολη. Οι
άνθρωποι στα πεζοδρόµια αυτής της γειτονιάς ήταν ρακένδυτοι, δε µιλούσαν αγγλικά
– και δε θα µιλούσαν ποτέ. Στην άλλη µεριά του δρόµου, ένα φαστφουντάδικο και
ένα βενζινάδικο παραχωρούσαν τη θέση τους σε ένα βιοµηχανικό σκηνικό
παραµορφωµένο από αµέτρητες στρώσεις γκράφιτι. Και πίσω απ’ όλη αυτή τη µιζέρια,
σε απόσταση µικρότερη από ενάµισι χιλιόµετρο, απλωνόταν η πανέµορφη πόλη που
ονοµάζεται Λος Άντζελες – µια πόλη ντυµένη στα κόκκινα και τα µπλε, µε τα κτίριά
της να αστράφτουν στο σκοτεινό ουρανό, µε τα φώτα των µποτιλιαρισµένων
αυτοκινήτων στους δρόµους ταχείας κυκλοφορίας να τη ζώνουν σαν λαµπερές χάντρες.
Αν δεν προσπαθούσες να πας κάπου, το Λος Άντζελες ήταν υπέροχο».