Όλοι εμείς που αγαπήσαμε και νομίζαμε ότι αγαπηθήκαμε στη ζωή
μας αναγκαστήκαμε να πάρουμε τρελούς δρόμους. Η ιστορία που γράφω είναι η δική
μου ιστορία, ο τρελός δρόμος που πήρα κάποτε εγώ. Είναι, όμως, ταυτόχρονα και η
ιστορία όλων μας, γιατί όλοι κάποτε αγαπήσαμε και όλοι κάποτε ζήσαμε με την
ψευδαίσθηση ότι κάποιος μας ανταπέδωσε αυτή την αγάπη.
«Ο αέρας φυσάει γλυκά, όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει για την αγάπη του», έτσι λέει
ένα ιταλικό τραγούδι, και ο αέρας φυσούσε γλυκά εκείνη τη μέρα όταν, φορώντας
μόνο το τζιν μου και μ’ ένα άθλιο σακ βουαγιάζ, αποφάσισα να ακολουθήσω τον
άνθρωπο που αγαπούσα όσο τίποτ’ άλλο στον κόσμο σ’ έναν τρελό δρόμο.
Ο αέρας φυσούσε γλυκά, αυτό είναι το μόνο που έχω συγκρατήσει από εκείνη τη
διαβολεμένη μέρα. Εσάς; Πώς φυσούσε ο δικός σας αέρας; Πώς φυσούσε ο δικός σας
αέρας όταν προσπαθούσατε να σώσετε την αγάπη σας, με κάθε κόστος, με κάθε
τίμημα;
Μια ιστορία για όλους εμάς που ζητήσαμε ένα φιλί και θέλαμε άλλα εκατό. Μια
ιστορία για μας που θελήσαμε να πάμε την αγάπη σ’ ένα πιο ασφαλές μέρος.
Τέλος, ένα βιβλίο για όλους εμάς που αρνούμαστε να βυθιστούμε στη σιωπή και
εξακολουθούμε να κλίνουμε το σπάνιο πια ρήμα μιλώ – μιλάς – μιλά – μιλάμε –
μιλάτε – μιλούν.
«Θα προτιμούσα η ζωή μου να έχει πάντα τη γεύση της
σαμπάνιας, του φρέσκου χιονιού, της καλοκαιρινής αλμύρας και του πρώτου φιλιού.
Αλλά δεν μπορώ.
»Δεν μπορώ γιατί έχουν αρχίσει να μου συμβαίνουν παράξενα πράγματα, πράγματα που
με οδηγούν εκτός τροχιάς, γιατί θέλω να δέσω το τέλος με την αρχή, για να μην
πεθάνω ποτέ, όπως λέει ο Αλκμαίονας: “Οι άνθρωποι πεθαίνουν γιατί δεν μπορούν να
συνδέσουν το τέλος με την αρχή”».