Βρισκόμαστε στα 1922 και η ατμόσφαιρα στο Λονδίνο είναι τεταμένη. Οι βετεράνοι βλέπουν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται, οι άνεργοι απαιτούν κοινωνική αλλαγή.
Σε ένα αριστοκρατικό σπίτι στα νότια της πόλης, όπου οι ιδιοκτήτριες αγωνίζονται να συνέλθουν από τις συντριπτικές απώλειες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ζωή πρόκειται να αλλάξει ριζικά. Η χήρα κυρία Ρέι και η κόρη της Φράνσις ―μια ανύπαντρη γυναίκα με ενδιαφέρον παρελθόν, που εξελίσσεται ολοταχώς σε γεροντοκόρη― υποχρεώνονται να δεχτούν στο σπίτι τους ενοικιαστές.
Η άφιξη της Λίλιαν και του Λέοναρντ Μπάρμπερ, ενός νεαρού ζευγαριού της μικροαστικής τάξης, φέρνει την αναπόφευκτη αναστάτωση: μουσική γραμμοφώνου, χρώμα, γέλιο…
Οι ανοιχτές πόρτες προσφέρουν στη Φράνσις φευγαλέες ματιές στην καθημερινότητα των νεοφερμένων, ενώ οι σκάλες τής φαίνονται πιο πολυσύχναστες από ποτέ.
Κι ενώ εκείνη και η Λίλιαν συνδέονται με μια απροσδόκητη φιλία, οι ισορροπίες αρχίζουν να αλλάζουν. Μυστικά αποκαλύπτονται, επικίνδυνες επιθυμίες ομολογούνται, κι όπως όλα δείχνουν, ακόμα και οι πιο άχρωμες ζωές μπορούν να εκραγούν σε βεγγαλικά πάθους και δράματος.
Μια ερωτική ιστορία που συνδυάζεται με αστυνομικό μυστήριο, άλλο ένα εκλεκτό δημιούργημα της Σάρα Γουότερς με έντονο σασπένς, αληθινή τρυφερότητα, πειστικούς χαρακτήρες και πολλές εκπλήξεις.
«Μόλις λίγες μέρες πριν, καθισμένη στο γραφείο της, η Φράνσις σκεφτόταν τους νοικάρηδές τους με αμιγώς εμπορικούς όρους – σαν δύο υπερμεγέθη περιφερόμενα σελίνια. Όμως έτσι είναι, σκεφτόταν τρίβοντας τις πλάκες του δαπέδου, έτσι είναι στην πραγματικότητα το να έχεις νοικάρηδες: αυτή η αλλόκοτη εγγύτητα χωρίς πραγματική οικειότητα, αυτή η απογυμνωμένη στιγμή κατά την οποία το μόνο πράγμα που υπάρχει ανάμεσα σ’ εμένα και στη γυμνή κυρία Μπάρμπερ είναι λίγα μέτρα κουζίνας και η αστεία πόρτα της βοηθητικής καμαρούλας. Μια εικόνα αναδύθηκε ξαφνικά στο κεφάλι της: αυτή η σφριγηλή σάρκα αναψοκοκκινισμένη από τη ζέστη».