Τρεις φίλοι από το πανεπιστήμιο συλλαμβάνονται για εμπλοκή σε
τρομοκρατική ενέργεια. Μετά από είκοσι χρόνια –ο πρόεδρος ενός ισχυρού ομίλου, ο
διευθυντής μιας κατασκευαστικής και ο ακτιβιστής– αποφασίζουν να τηρήσουν τον
όρκο που πήραν εκείνη τη βραδιά στα κρατητήρια: να εκδικηθούν τον τέταρτο που
τους «έδωσε», τον χαφιέ της πλατείας. Όμως η απρόβλεπτη ανάμειξη ερωτευμένης
γυναίκας αλλάζει ριζικά την τροπή των πραγμάτων.
Η ιστορία ξεκινά πριν από δύο δεκαετίες στην πλατεία Εξαρχείων και, ενώ διανύει
«χωρο-χρονικά» μια τροχιά με όρους παγκοσμιοποίησης, κλείνει τον κύκλο της στον
παρόντα χρόνο στο ίδιο σημείο.
Μέσα από τις «κινηματικές» δράσεις των ηρώων του, ο συγγραφέας δίνει τη δική του
εκδοχή για την απειλούμενη οικολογική ισορροπία και την εξαθλίωση των μαζών από
τη βουλιμία των καρτέλ εξουσίας του πλανήτη.
Το τατουάζ που είναι χτυπημένο στο χέρι του ακτιβιστή είναι ένα λουλούδι με δύο
ανθάκια: το λευκό είναι του έρωτα και το μαύρο της επανάστασης. Ενώ τα δυο
«σιαμαία» είναι τέκνα του ίδιου βλαστού, είναι απολύτως ανταγωνιστικά μεταξύ
τους. Όμως, εάν το ένα από τα δύο ανθάκια από αμέλεια μαραθεί, τότε από θλίψη
πεθαίνει ολόκληρο το λουλούδι, μεταφέροντας τη σήψη στη σάρκα που το φιλοξενεί.
«Όταν ο έρωτας επαναστατεί, τότε η επανάσταση γίνεται ερωτεύσιμη», απαντάει ο
ακτιβιστής στο ερώτημα: «Έρωτας ή επανάσταση;».