Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισµός, του οποίου η φύση έχει αλλάξει πολύ από τη δεκαετία του ’80 και µετά, βρίσκεται µετέωρος. Καθώς εκλαµβάνεται ως άδικος και άνισος, τροφοδοτεί την οργή και την πικρία, δίνοντας πρόσφορο έδαφος στον λαϊκισµό. Και το χειρότερο είναι ότι αποδεικνύεται αναποτελεσµατικός, δηµιουργώντας όλο και λιγότερη ανάπτυξη. Πρέπει, λοιπόν, να βάλουµε ένα τέλος και να αλλάξουµε ριζικά το σύστηµα;
Οι συγγραφείς αντιµετωπίζουν κατά µέτωπο αυτό το ερώτηµα. Η διάγνωσή τους είναι αυστηρή: η απαξίωση της εργασίας από το κέρδος, η επιλογή να ευνοείται ο µέτοχος σε βάρος του εργαζόµενου και των άλλων εταίρων της επιχείρησης αποτελούν, σύµφωνα µε τους συγγραφείς, το DNA του νεοφιλελεύθερου καπιταλισµού και εξηγούν την ασθενική ζήτηση. Ως εκ τούτου, καθώς απέχει πολύ από το να είναι παντοδύναµος, αυτός ο καπιταλισµός έχει ανάγκη από δεκανίκια για να συνεχίσει να προχωρεί. Δεκανίκια που δεν είναι τίποτε άλλο από το χρέος σε όλες του τις µορφές και τη δηµιουργία χρήµατος.