Ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι βρίσκεται εγκαταλειμμένο σε μια αποθήκη στο λιμάνι του Πειραιά, μόνο, άρρωστο και με αμνησία. Στο λαιμό της κρέμεται μια τσίγκινη ταυτότητα: ΕΛΕΝΗ – 21 Μαΐου 1887. Ο δικηγόρος Θεόδωρος Παναγιώτου την περιθάλπει, της σώζει τη ζωή και την υιοθετεί. Έξι χρόνια μετά, τη μέρα των γενεθλίων της Ελένης, ένας φόνος θα ταράξει τα νερά. Ο Παναγιώτου αναλαμβάνει την υπεράσπιση. Προσπαθώντας να λύσει το μυστήριο του εγκλήματος, ταξιδεύει στη Σύρο του 1908 με την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα. Ποτέ όμως δε φανταζόταν πως έμπλεκε σε ένα παζλ του οποίου και ο ίδιος ήταν ένα από τα κομμάτια που έλειπαν. Μυστικά κρυμμένα στο χρόνο, που καραδοκούν να φανερωθούν. Τι κοινό έχει η τσίγκινη ταυτότητα της Ελένης με τις ταυτότητες που φορούσαν οι ορφανές του ορφανοτροφείου της Σύρου; Ποια είναι η Ασπασία Σαγιά και τι ρόλο
έχει διαδραματίσει στη ζωή του Παναγιώτου; Σε αυτά και σε πολλά άλλα ερωτήματα καλείται να αναζητήσει τις απαντήσεις ο αναγνώστης διαβάζοντας το συναρπαστικό μυθιστόρημα της Βασιλικής Λεβεντάκη, που μας μεταφέρει στην ατμοσφαιρική, γεμάτη μυστήρια και πάθη Σύρο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
“Όταν ξεκίνησα να γράφω το σημείωμα, δεν ήξερα αν θα ΄πρεπε να το τελειώσω… Ήθελα όμως να βρεθούν οι ένοχοι. Ήθελα να πιαστούν στη φάκα σαν τα ποντίκια. Να τους δω να λιώνουν σαν κεράκια αναμμένα… Να βουλιάζουν σαν τα σάπια καράβια στους ανοιχτούς ωκεανούς…Να με βλέπουν και να ξέρουν πως όλα τα ΄κανα εγώ”.