«Άλλος θέλει να γίνει πλούσιος. Άλλος διάσημος. Εγώ πάλι, πάντα ήθελα να γίνω “Μούσα”. Να ζω τυλιγμένη σε ένα φούξια μποά, να τρώω φράουλες, να πίνω αψέντι, να ποζάρω με ηδυπάθεια ανάμεσα σε μήλα και λουλούδια για αμφιλεγόμενους καλλιτέχνες και να γίνομαι ποίημα, ταινία, βιβλίο, ζωγραφικός πίνακας. Όχι ότι έχω καμιά ένδειξη γι αυτό. Κάθε άλλο… Απλά έχω αποφασίσει να δραπετεύω στον κόσμο της φαντασίας, όπου το ανέφικτο είναι εφικτό, κι εγώ, το ασήμαντο ασχημόπαπο, είμαι ένας εξωτικός κύκνος που αποθεώνεται από όλα τα πουλιά της λίμνης».
Η Ρέα είναι ένα ρομαντικό κορίτσι που -αν και τα σκούρα, αγριωπά της χαρακτηριστικά κι η τριχοφυΐα της δεν προμηνύουν την αποθέωση- θέλει να ζήσει σαν ηρωίδα μυθιστορήματος. Το πράγμα γίνεται χειρότερο, καθώς τυγχάνει η μαμά της να είναι, ξανθιά, αγγελικής ομορφιάς αλλά εγωκεντρική και ψυχρή, που δε συγχωρεί στην κόρη της την πρωτοβουλία της να μην της μοιάσει… Έτσι η Ρέα – ακόμη κι όταν ανθίσει – δεν πιστεύει στον εαυτό της, με αποτέλεσμα να ψάχνει την αποδοχή των γύρω της, προσπαθώντας σαν «χαμαιλέαινα» να «ταιριάξει», αλλάζοντας συμπεριφορές, χτενίσματα, ρούχα και στιλ. Από τα έδρανα του Πανεπιστημίου, την εναλλακτική καλλιτεχνική σκηνή του Λονδίνου, τα μπαρ της Αθήνας, μέχρι την τεχνητή ευδαιμονία των βορείων προαστίων, την παρακολουθούμε να ψάχνει την αγάπη που της έχει λείψει. Κοντά της ενηλικιώνονται κι οι παιδικοί της φίλοι, ο καλοπροαίρετος, με καυστικό χιούμορ- γκέι- Τόμυ, κι η αυστηρή και προγραμματισμένη Βιβή, που τη στηρίζουν ή τη συνετίζουν. Με αυτοσαρκασμό, αισιοδοξία αλλά και αρκετή δόση παιδικής αφέλειας, η Ρέα προσπαθεί κόντρα σε όλα τα προγνωστικά να φτάσει στο ζητούμενο και να κερδίσει όσα ονειρεύτηκε…