Ένας προδομένος έρωτας αναγκάζει την Έλσα να φύγει για πάντα από τον τόπο της, τη Μονεμβασιά…
Μια προδομένη αγάπη θα τη “σπρώξει” να επιστρέψει μετά από πολλά χρόνια πίσω… αναζητώντας καταφύγιο στο πατρικό της σπίτι. Εκεί ελπίζει ότι θα καταφέρει να απομονωθεί απ’ όλους και όλα, να σκεφτεί όσα την πλήγωσαν και να πάρει τις αποφάσεις της.
Παράλληλα όμως θα αναγκαστεί να ξαναθυμηθεί και να ξαναζήσει το παρελθόν και τις επώδυνες στιγμές που την πλήγωσαν. Έχουν τελειώσει όλα όπως νόμιζε;
Οι μνήμες ξυπνούν και η Έλσα αφήνεται να παρασυρθεί από το παρελθόν της. Θα καταφέρει να αναμετρηθεί μαζί του και να βγει αλώβητη;
Θα μπορέσει να συγχωρήσει τους άλλους και τον εαυτό της; Τι θα γίνει όταν θα βρεθεί αντιμέτωπη, ακόμη και με εκείνον που της είχε υποσχεθεί ότι δε θα την πληγώσει ποτέ…;
Η Έλσα διεκδικεί τα όνειρα, τη ζωή που της στέρησαν και το νεανικό έρωτα που στιγμάτισε τη ζωή της, σαν κόκκινο κρασί…
“Μετά από µερικά λεπτά -ή µετά από αιώνες, δεν µπορούσε να υπολογίσει- άνοιξε την ξύλινη πόρτα και µπήκε στο σπίτι. Έκανε διστακτικά τα πρώτα βήµατα και ξαφνικά µια έντονη µυρωδιά από κλεισούρα και υγρασία την κατέκλυσε.
Είχε γυρίσει πίσω… Τελικά, είχε γυρίσει πίσω. Σήκωσε τα χέρια της και κάλυψε τα αφτιά της. Η ησυχία ήταν εκκωφαντική και ούρλιαζε µέσα της…”