Ο ήρωας του Τελευταίου Ταξιδιού και της Συμφωνίας με το Θεό βρίσκεται απομονωμένος στο εξοχικό του, έχοντας εγκαταλείψει τη γυναίκα του και παραμένοντας πιστός στο γράψιμό του.
Εκεί, το τελευταίο βράδυ, θα διαφωνήσει με το Θεό, ο οποίος θα τον απειλήσει ότι θα του στερήσει αυτό που του χάρισε πριν από λίγα χρόνια, παίρνοντας πίσω τη ζωή της γυναίκας του μέσα σε μια νύχτα αν δε γυρίσει κοντά της. Για τρίτη και τελευταία φορά θα επιστρέψει στο μοναστήρι για να παραστεί στην κηδεία του μοναχού Αθανάσιου.
Το ίδιο βράδυ, θα προσπαθήσει να ολοκληρώσει το τελευταίο ταξίδι, εισχωρώντας στο βασίλειο των νεκρών για να πάρει τη γνώμη του μοναχού και έχοντας προθεσμία τριών ημερών για να βρει και να μιλήσει κατ’ ιδίαν με τον ίδιο το Χριστό για τη διαφωνία τους. Στο τέλος θα έχουν την ευκαιρία να αναπολήσουν μαζί όλες τις κορυφαίες στιγμές της ζωής Του, προτού ο ήρωας καταλήξει με αυτή που πραγματικά ήθελε η καρδιά του.
Εκεί, στην όχθη του ποταµού, σκυµµένη στο ίδιο σηµείο που την είχα πρωτοδεί, ντυµένη στα λευκά, η αγαπηµένη µου µελαχρινή Κλαυδία τράβαγε νερό
απ’ το ποτάµι. Έδειχνε ανήσυχη και µελαγχολική.
Την πλησίασα και της χτύπησα ελαφρά την πλάτη. Ξαφνιάστηκε που µε είδε, µε αναγνώρισε.
– Εσύ; Εσύ; Τι κάνεις εδώ;
– Ήρθα για να βρω εσένα. Μετά από τόσο καιρό, µου έλειψες.
Είπα να κάνω ένα ακόµη ταξίδι.